Πρωτοχρονιά του 1973 διάλεξαν να παντρευτούν η Λου και ο Δημήτριος. Η Νικολίτσα Γεωργοπούλου δηλαδή και ο Δημήτριος Νικολακάκος (τότε) και αργότερα Δημήτρης Λιαντίνης. Κλείνοντας μόλις ένα χρόνο σχέσης. Και γυρίζοντας στην Ελλάδα από τη Γερμανία που γνωρίστηκαν. Καθηγητές κι οι δυο εκεί σε ελληνικό σχολείο, στο Μόναχο.
Ήταν να τους παντρέψει ο Βασίλης ο Αναγνωστόπουλος. Αυτόν ήθελε ο Λιαντίνης για κουμπάρο. Το φίλο που έμεινε φίλος του μια ολόκληρη ζωή. Και έγραψε χρόνους μετά στο βιβλίο του "Καπέλα στο πέλαγος" μετρημένα και όμορφα για τη φιλία αυτή. Και για το παράπονο. Του χαμού...
Ο καιρός δεν άφησε. Να πάει ο Βασίλης στη Λιαντίνα. Ανέλαβε κουμπάρος ο αδερφός της νύφης. Και ιερέας ο θείος του γαμπρού. Ελάχιστοι οι καλεσμένοι. Μαρτυράει το προσκλητήριο που στάλθηκε εκ των υστέρων τους λόγους. Η απουσία. Ζητούμενο από τότε για το Λιαντίνη και σύμβολο.
Δεν ξέρουμε πολλά για το γάμο αυτό. Γράφτηκε σε βιβλίο πως η νύφη έκλαιγε. Μα δεν είναι ασυνήθιστο αυτό. Πολλές νύφες κλαίνε τη μέρα του γάμου.
Ξέρουμε ακόμη πως όταν γύρισαν από Γερμανία ακόμη δεν ήταν στα σχέδιά τους ο γάμος και μάλιστα τόσο σύντομα. Κι από τα δεδομένα που έχουμε η επιστροφή έγινε κάπου το Σεπτέμβρη του 72. Τουλάχιστον για το Λιαντίνη.
Το έγγραφο εκτελωνισμού του αυτοκινήτου. Του Δημητρίου Νικολακάκου, κατοίκου Αθηνών. Πατρών 23 Κολωνός...
Κολωνός; Για φαντάσου. Τα παιχνίδια της μοίρας και οι συγκυρίες που κάνουν το μυαλό μας να βραχυκυκλώνει. Και που ειλικρινά, πρώτη φορά σήμερα το πρόσεξα, γράφοντας τούτο το άρθρο. Πως ο Λιαντίνης ήταν κάτοικος Κολωνού το Σεπτέμβρη του 1972. Ακριβώς τότε που κι εγώ παιδάκι ήρθα στην Αθήνα, και με έγραψαν οι γονείς μου σε ένα γυμνάσιο του Κολωνού, κι ας μη μέναμε εκεί. Πύλου και Μοναστηρίου γωνία. Η Πατρών ποια ήταν; Πόσο κοντά άραγε βρισκόταν τότε ο δάσκαλος που θα περνούσαν είκοσι ακριβώς χρόνια για να γνωρίσω στο Μαράσλειο και να μου αλλάξει ολόκληρη τη ζωή μου. Σεπτέμβρη πια του 1992.
Γι' αυτό υπάρχουν και τα μαραφέτια της google. Και ιδού η απάντηση:
στο χάρτη που χρόνια πριν έφτιαξα με τίτλο "Οι τόποι του Λιαντίνη". Τώρα πρόσθεσα και την Πατρών στον Κολωνό. Ως τόπο προσωρινής κατοικίας του Λιαντίνη μετά την επιστροφή από τη Γερμανία. Κάποιος γνωστός του ή φίλος θα έμενε εκεί τότε. Και τον φιλοξένησε. Πέρασε δίπλα μου μα δεν ήταν ακόμη ο καιρός να συναντήσω το Λιαντίνη. Τι κρίμα. Κι όμως δουλειά έψαχνε εκείνο το διάστημα. Δουλειά σε σχολείο. Δεν ήταν ούτε για εκείνον ο καιρός ακόμη να πάει στο πανεπιστήμιο. Για φαντάσου λέει, αχ! η φαντασία, να ερχόταν τότε στο σχολειό μας ένας Λιαντίνης! Μαζί του να κάναμε τα πρώτα βήματα στη γραμματεία των αρχαίων Ελλήνων και όχι με τη Ρίζου που ρίζωσε στο μυαλό μας την απέχθεια για τα αρχαία για τους ίδιους λόγους που θα διάβαζα δυο δεκαετίες αργότερα στα Ελληνικά του Λιαντίνη.
Ευτυχώς την ίδια ώρα είχαμε έναν άγιο άνθρωπο, το Μανιατάκο, το μαθηματικό μας. Δημήτρης κι αυτός. Και από το επώνυμο καταλαβαίνετε, κοντοχωριανός του Λιαντίνη. Κι ερωτευτήκαμε τότε τα Μαθηματικά, την Άλγεβρα και τη Γεωμετρία και πιότερο την Τριγωνομετρία. Γιατί είναι μεγάλο πράγμα ο καλός ο δάσκαλος στη ζωή μας. Και μας χαράζει δρόμους που μονάχοι δε θα παίρναμε ίσως ποτέ.
Δεν πειράζει όμως. Που τότε γνώρισα το Μανιατάκο και τα Μαθηματικά και όχι το Λιαντίνη. Γιατί τότε ακόμη δε γνώριζα τον έρωτα και το θάνατο. Ένα παιδί στα 12 ήμουν. Μπορεί να παθιαζόμουν με τα αρχαία αλλά ως εκεί. Τι άλλο θα μπορούσα τότε να νιώσω από Λιαντίνη; Γιατί δεν είναι μόνο ο δάσκαλος, είναι και ο καιρός, το πλήρωμα του χρόνου. Κι ακόμη είναι οι προσλαμβάνουσες του νου, το υπέδαφος που θα σπείρει ο λόγος του δασκάλου. Και είμαι πολύ τυχερή που το δικό μου χωραφάκι πρώτα το όργωσαν τα μαθηματικά. Έτσι βρήκε γόνιμο έδαφος ο στοχασμός του Λιαντίνη, και η πεποίθησή του πως λόγο μεγάλο είπε ο Σολωμός ορίζοντας ότι ποίηση είναι η λογική που έχει μετατραπεί σε εικόνες και αισθήματα. Παραθέτω από το Χάσμα Σεισμού τα σχετικά:
«Εάν ο Σολωμός είχε τη δασκαλίστικη πρόνοια να κρεμάσει στην εμπασιά του εργαστηριού του μιαν επιγραφή προϊδεασμού για τους νέους μουσοπόλους, το νόημα δεν θα παράλλαζε πολύ από την εντολή του Πλάτωνα στην πύλη της Ακαδήμειας. Γιατί ολόκληρη η ποιητική θεωρία του αναπαύεται σ' ένα γεωμετρικό πνεύμα γνήσιο όσο και η γεωμετρία η ίδια. Ιδού ένα δείγμα της πρώιμης λογικής ευφροσύνης του:Χαίρομαι που με μαθηματική επιστήμηαρχίσατε να οικοδομήτε την αλήθεια.Παραπλήσια και με νόημα συμπληρωματικό είναι και η φράση του, που μας παρέδωσε ο φίλος του Regaldi:Για με ποίηση είναι η λογική,που έχει μετατραπή σε εικόνες και αισθήματα.Ιδέες που συνοπτικά ολοκληρώνονται σε μια αναφορά του για τη μυστική νομοτέλεια του όντος και το γεωμετρικό πνεύμα του σύμπαντος, χρωματισμένη από το συναίσθημα μιας περιπαθούς οδύνης:Έξω που εγώ πιστεύω πως ό,τι συμβαίνει εδώ κάτω είναι πάντα στον καιρό του, οτιδήποτε κι αν νομίζουμε εμείς, που λίγη είναι η ζωή μας και λιγοστό εκείνο που βλέπουμε.»Δημήτρης Λιαντίνη, Χάσμα Σεισμού, σελ. 55
Ο Λιαντίνης ελάχιστα έμεινε τότε στον Κολωνό (κι αν δεν ήταν το έγγραφο του αυτοκινήτου δε θα το πρόσεχα ποτέ). Εκεί που κάποτε ήταν η περίφημη Ακαδημία και το "Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω". Κι εκεί που ο Μανιατάκος ξεκίναγε να μου διδάσκει τα μυστικά της γεωμετρίας και τον κώδικα του αριθμού π: "Αει ο θεός ο μέγας γεωμετρεί". Μέτρα τον αριθμό των γραμμάτων και θα βρεις τον ακριβή αριθμό π: 3.14159! Όπως κάθε φορά βάζω κι εγώ τα πιτσιρίκια μου να τα μετράνε στο σχολειό, ακριβό δώρο από εκείνο το μαθηματικό που μου έμαθε όχι μόνο νούμερα μα τη φιλοσοφία των αριθμών...
Και όχι μόνο. Θυμάμαι το κόλλημα που είχε να σηκώνει για εξέταση με τους αριθμούς του καταλόγου. Με σηκώνει λοιπόν μια μέρα για εξέταση απλά και μόνο γιατί είδε πως δε με είχε εξετάσει. Την επομένη, ήσυχη εγώ πως εξετάστηκα, ίσα που άνοιξα να δω τις ασκήσεις που είχαμε. Μπαίνει λοιπόν ο Μανιατάκος και λέει "το 17 και το 34" στον πίνακα. Ήμουν το 17. Σηκώθηκα. Ευτυχώς είχα ρίξει τη μια ματιά και τα έβγαλα πέρα εύκολα. Ε, ποιο παιδί θα καθόταν να διαβάσει για την αμέσως επόμενη; Μπαίνει λοιπόν και πάλι ο δάσκαλος και ρωτάει: "Τι ημερομηνία έχουμε σήμερα;" Ήταν κάποια που τελείωσε σε εφτά! "Να σηκωθούν το 7, το 17, το 27, το 37 και το 47!" (Άλλοι χρόνοι και καιροί τότε, 49 μαθήτριες μέτραγε το Ε5, Πρακτικό, το τμήμα μου.) Σταμάτησε η καρδιά μου. Ευτυχώς στάθηκα τυχερή, τα έβγαλα πέρα. Αυτό όμως που με "σκότωσε" ήταν η κουβέντα του Μανιατάκου όταν είδε στον κατάλογο πως ήταν η τρίτη συνεχόμενη φορά που με εξέταζε και όμως με βρήκε (έτσι νόμισε ο καλός μου) διαβασμένη. Και έπιασε και μου έπλεκε τον ύμνο πως έτσι κάνουν οι καλοί μαθητές! Μωρέ να ανοίξει η γης να με καταπιεί, και οι άλλες από κάτω να μην μπορούν να κρατήσουν τα γέλια, που ήξεραν ότι βιβλίο δεν είχα ανοίξει... Μάθημα μεγάλο και κανόνας ζωής. Και η ντροπή που ένιωσα και η συγκυρία των αριθμών. Που δε μου έφταιξαν σε τίποτε και έμαθα από τότε σωστά να τους διαβάζω...
Και με όλα αυτά, τα τελείως απαραίτητα να ειπωθούν, κι όχι μόνο από τη χαρά μου που σήμερα πρόσεξα τη λεπτομέρεια για τον Κολωνό, επανερχόμαστε στο Λιαντίνη. Που όπως είπα ήδη δεν έμεινε για πολύ στην Αθήνα. Αναζητώντας εργασία έφυγε για τα μέρη που εγώ μόλις είχα αφήσει, στην Ήπειρο ήρθε, στα Γιάννενα. Στο φροντιστήριο του καλού του φίλου, του Γκούμα. Εκεί τον βρίσκουμε το Νοέμβριο του 1972, διαβάζοντας τις επιστολές στη μετέπειτα γυναίκα του, τη Λου του.
Είναι ο καιρός που η απουσία θα βεβαιώσει μέσα του την πεποίθηση ότι αυτή είναι η γυναίκα της ζωής του. Μάλιστα στις 6 Δεκέμβρη του 72, μέρα της ονομαστικής της γιορτής, της χαρίζει το Φαίδρο του Πλάτωνα, το ωραιότερο ερωτικό ποίημα όπως θα τον χαρακτηρίσει αργότερα στη Γκέμμα, και ιδιοχείρως γράφει την αφιέρωση στην πρώτη σελίδα:
Από τα Ιωάννινα. Που διδάσκει όπως είπαμε στο φροντιστήριο του Γκούμα. Στις διακοπές των Χριστουγέννων θα βρεθούν οι δυο τους στη Λιαντίνα. Ετοιμάζοντας τους γάμους και τις χαρές. Από κει και η φωτογραφία, παραμονές του γάμου, έξω από την εκκλησιά της Λιαντίνας:
Παλιά η φωτογραφία και με όλα τα σημάδια του χρόνου. Απίστευτη η ομοιότητα της ενδυμασίας των μελλονύμφων. Σα να μαρτυράνε και οπτικά την παροιμία του λαού: Άμα δεν ταιριάζανε δε θα συμπεθεριάζανε...
Ο Λιαντίνης, και είμαι σε θέση να το ξέρω από τις διηγήσεις της συζύγου του, έδινε σημασία σε πολλά. Το καταλαβαίνει αυτό και ο αναγνώστης των βιβλίων του. Κι αν δεν ήταν εκείνα τα λόγια για το Σολωμό, θα μπορούσε κανείς να τον πει απλά προσκολλημένο σε μοιραία σημάδια, σε αριθμούς και άλλα όμοια. Μα είναι πολύ βαθύτερο αυτό που συμβαίνει με το Λιαντίνη. Είναι μια μυστική νομοτέλεια που εκείνος ξέρει να αποκωδικοποιεί και στην ίδια να χτίζει έμπεδα και γεωμετρικά τη ζωή του και τη φιλοσοφία του.
Σίγουρα δεν είναι τυχαίο που επιλέγει την 1η του χρόνου για το γάμο. Ούτε τυχαίο που μια 1η Ιούνη εξαφανίστηκε. Καμία σχέση όμως με αριθμολαγνείες και μοιρολατρίες. Για το Λιαντίνη χρωστάμε να λαμβάνουμε υπόψη πως ήταν ποιητής. Πως εκφραζόταν με σύμβολα. Του αρέσει να παίζει μ' αυτά. Δεν εγκλωβίζεται και δεν περιορίζεται.
Κι όταν και όπου χρειάζεται κάνει ανατροπές. Όπως έκανε και στον όρο που είχε θέσει στη Λου για τα πρώτα χρόνια του γάμου. Ήθελε, λέει εκείνη, τα δέκα πρώτα χρόνια να ζήσει μακριά. Όσο απίστευτη και αν ακούγεται μια τέτοια συμφωνία. Και πραγματικά μετά το γάμο φεύγει και πάλι για τα Γιάννενα. Είναι και βιοποριστικοί λόγοι στη μέση. Ακόμη δεν έχει προσληφθεί σε σχολείο και συνεχίζει να βγάζει το ψωμί του στο φροντιστήριο του Γκούμα. Φροντιστήρια όμως είχε και η Αθήνα. Όχι όμως για το Λιαντίνη. Εκείνος επιμένει στην απουσία...
Ήρθε η ανάγκη της ζωής, η δύσκολη εγκυμοσύνη της συζύγου, να τον υποχρεώσει να γυρίσει στην Αθήνα. Δεν έλειψαν βέβαια και αργότερα οι περίοδοι που το ζευγάρι θα ζήσει χωρισμούς. Πότε εκείνος, πότε εκείνη, για λόγους εργασίας ή σπουδών, θα αναγκαστούν να ζήσουν μακριά ο ένας από τον άλλο. Ευτυχώς γιατί έτσι θα μείνει και η αλληλογραφία που ανταλλάσσουν. Αλλά και γράμματα που έστελνε ο Λιαντίνης προς άλλους τις περιόδους της απουσίας του και που συνήθιζε να κρατά αντίγραφο στο αρχείο του. Όπως και αυτό που ακολουθεί:
και που παραθέτουμε εις επίρρωσιν του τι σήμαινε για το Λιαντίνη η απουσία. Δεν ήταν λόγια και μόνο αυτά που έγραψε κάποτε στο προσκλητήριο του γάμου. Ούτε και έπαιζε με τις λέξεις όταν σκάλισε το επίγραμμα:
Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις.
Κι η απουσία του από κοντά μας μετά την 1η Ιουνίου 1998 έτσι πρέπει να ερμηνεύεται και να αντικρίζεται. Ως πηγή τέχνης και δημιουργίας.
Έτσι και οι Πρωτοχρονιές μας. Για τη δική μας ζωή. Που σηματοδοτούν όχι μόνο το νέο που αρχίζει αλλά και όσα πέρασαν και δε θα ξαναρθούν. Δίχως να μας καταβάλλει ο καημός. Γιατί το καθετί έρχεται πάντα στον καιρό του. Οτιδήποτε και αν νομίζουμε εμείς. Που λίγη είναι η ζωή μας και λιγοστό εκείνο που βλέπουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου