ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΟ OFFICIAL SITE ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ ΤΟ liantinis.gr




Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΟ ΜΑΡΑΣΛΕΙΟ - 27 ΜΑΪΟΥ 1998

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ
ΣΤΟ ΜΑΡΑΣΛΕΙΟ. 27 ΜΑΪΟΥ 1998





"Θα πούμε τα στερνά μας λόγια σήμερα... Θέλω να αφήσω να διαλέξετε εσείς το θέμα... να κουβεντιάσουμε… εγώ έχω θέμα. - Για τις εξετάσεις; - Όχι για τις εξετάσεις. Για τις εξετάσεις θα ‘ρθείτε τυπικά την άλλη Τετάρτη που σας έχουν βάλει, δε θα διαβάσετε τίποτα, θα κάνετε περισυλλογή το προηγούμενο βράδυ με μια ωραία βόλτα, συνήθως πριν απ' τις εξετάσεις οι καλά ‘τοιμασμένοι την εποχή που ήταν φοιτητές, δε διαβάζουν. Εγώ δε διάβαζα ποτέ. Έχω ετοιμαστεί, ξεκουράζομαι και κάνω αποσυμπίεση που λένε. Εγώ θα σας πω κάτι μυστικό. Να μην το πείτε, όμως. Σας έχω ήδη βαθμολογήσει. Θα ‘ρθείτε όμως τυπικά εσείς εδώ, για τους τύπους, κι εκεί θα πούμε... λίγα λόγια. Σας λέω θέμα να προτείνετε για συζήτηση σήμερα, ό,τι θέλετε... και να μου δώσετε κι εμένα δέκα λεπτά, να μην διασπαταλήσουμε ολόκληρο το χρόνο. Να σας πω κι εγώ κάτι που θέλω σε δέκα λεπτά. ΝΑ ΜΕ ΕΧΕΤΕ ΠΡΟΤΥΠΟ. ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΖΩΗ ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΥ Δε δίνω σε κανέναν σας το προνόμιο να μου πει ότι είναι περισσότερο χριστιανός από μένα. Αλλά εγώ τον έχω καθαρό το Χριστούλη μέσα μου. Aπαράφθορο απ’ αυτή την φθορά της εκκλησίας. Που βγαίνει ο αρχιεπίσκοπος και το παίζει πολιτικός. Δεν τον βλέπετε που δεν μπορεί να κάνει αν δε βγει κάθε δύο μέρες στο τελεβίζιο; Αυτός ήταν ο Χριστός; Δεν μπορεί να κάνει αν δε βγει. Λοιπόν, αυτός θα κάνει μεγάλο κακό στη χώρα. Σας ειδοποιώ, εγώ θα φύγω αύριο. Μεγάλο κακό στη χώρα! Για πάρτε παράδειγμα εμένα, και αύριο να με έχετε σαν πρότυπο. Τη βλέπω δεδομένη και έρχεται η στιγμή του θανάτου μου. Δε βλέπετε με πόση κατάφαση σας μιλάω και με πόση δύναμη και με πόση θέρμη και με πόση αισιοδοξία; Γιατί συμφιλιώθηκα, το κατανόησα, το μελέτησα. Σε όλη μου τη ζωή, όλη μου η ζωή, ήταν μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Και με βάση αυτό, μελέτησα και άλλες είκοσι επιστήμες. Ο ΟΡΚΟΣ: «ΠΑΝΤΑ ΑΝΟΙΧΤΑ, ΠΑΝΤΑ ΑΓΡΥΠΝΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ!» Δε λέω ένα παιδί είκοσι και εικοσιπέντε χρονών. Δε λέω μια θαλερή κυρία από σας, που είναι πλήρως λειτουργική και ζει την ομορφιά και τα μεγαλεία. Ή ένας έφηβος. Θα ζήσουμε τη ζωή. Η ζωή είναι προσφορά, η ζωή είναι απόλαυση, η ζωή είναι ευφροσύνη, ευλογία! Αλλά, σιγά σιγά και καθώς περνούν τα χρόνια, να το ‘χουμε υπόψη μας αυτό το πράγμα, ότι σε ένα άλλο πλαίσιο είμαστε κι εμείς και θα ‘ρθει μια μέρα που θα πεθάνουμε. Εκείνη η ώρα να μας βρει να ‘χουμε εξισωθεί με την αναγκαιότητα της σκληρής στιγμής. Τότε κάπως... αν δε συμφιλιωθούμε… θα 'ρθουμε σε μια κατανόηση όμως. Να πεθάνουμε αξιοπρεπώς που λέει ο Καβάφης. Καταλάβατε; Αυτό το πράγμα όμως είναι ένα αγώνισμα ολυμπιακό δια βίου. Είναι εκείνο που λέει ο Χριστός, «μη κοιμηθείτε, παρθένες, θα σας πω μωρές. Μη κοιμηθείτε!» Τι θα πει αυτό; Είναι φοβερή αυτή η εντολή, η παραβολή των δέκα παρθένων, οι μωρές. Μιλάμε για υπαρκτικό ύπνο. Σε παρέσυρε η ζωή και ξεχνάς ποια είναι η ουσία; Να ‘σαι πάντα άγρυπνος, «Πάντα ανοιχτά» πέστε το, «πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου», λέει ο Σολωμός. Να ‘τοι οι στίχοι του Σολωμού που σας λέω ο καθένας αξίζει για δέκα τόμους. Πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα. Να τη ζω, να τη ρουφάω, να τη χαίρομαι, όσο μπορώ πιο έντιμα, γιατί λάθη θα κάνουμε όλοι αγαπητοί μου φίλοι. Όσο μπορώ πιο έντιμα όμως, πιο ηθικά, πιο ενάρετα, πιο όμορφα. Υπάρχει ομορφιά μέσα στην ηθική. ΤΡΥΓΗΣΕ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ! ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΕΤΡΑ. ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΦΤΑΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΒΡΙ! Τρύγησε την ημέρα. Μην την αφήσεις να πάει χαμένη η κάθε μέρα. Ό,τι χαρές είναι να σου δώσει μην τις αφήσεις, γιατί δε θα τις ξαναβρείς. Δεν είναι αναβλητή η ζωή, ούτε αναστρέψιμη. Είναι εκείνο που ο Όμηρος μας το είπε πώς; Με το παράδειγμα των βοδιών του Απόλλωνος. Α! να σας πω κι ένα Σεφέρη τώρα. Λέει: «Οι σύντροφοι στον Άδη.» Ποιοι είναι οι σύντροφοι στον Άδη; Οι καταδικασμένοι, δηλαδή, και στη ζωή και στο θάνατο. Σα να μη ζήσανε. Ακούστε τι λέει ο Σεφέρης:
«Αφού μας μέναν παξιμάδια τι κακοκεφαλιά να φάμε στην ακρογιαλιά του θεού τ' αργά γελάδια Που το καθένα κι ένα κάστρο για να το πολεμάς σαράντα χρόνους και να πας να γίνεις ήρωας κι άστρο! Πεινάσαμε στης γης την πλάτη, σαν φάγαμε καλά, πέσαμε εδώ στα χαμηλά ανίδεοι και χορτάτοι.»

Τι σημαίνει εδώ φάγανε τα γελάδια του ήλιου; Τα γελάδια του ήλιου κατά μία έννοια είναι 365. Σημαίνει: μην αφήσετε, μη σπαταλήσετε άδικα και ανόητα τις μέρες σας. Την κάθε μέρα, να τη βλέπεις και να την καρπώνεσαι μέσα σε μέτρα, μην την αφήνεις και περνάει γιατί την έχασες. Και δε θα ξαναρθεί. Και φεύγει κι άλλη κι άλλη κι άλλη...τα σβηστά κεριά του Καβάφη. Και στο τέλος μια απέραντη σειρά από κεράκια σβηστά. Λοιπόν, αυτό είναι. Να τη χαιρόμαστε τη ζωή, είναι οδηγία και ευλογία και νόημα και εντολή. Η πιο σπουδαία εντολή, ας πούμε ελληνική, ενός ελληνικού δεκαλόγου. Να τη χαίρεσαι τη ζωή, μέσα σε μέτρα όμως. Χωρίς υπερβολές, χωρίς να φτάνεις στην ύβρι. Αυτό είναι το νόημα, που σημαίνει κατάφαση. Λοιπόν, κι όσο δεν έχουμε αυτή την αγρύπνια κι αφήνουμε και περνάει η μέρα και περνάει και αύριο και αύριο και έχεις καιρό και έχεις καιρό, κάποτε θα πάθουμε κείνο που έπαθε ο Θαλής, αυτός το ‘παθε συνειδητά βέβαια, αυτό λέω και τελειώνω, έρχομαι σε σας, που λέει… του ‘λεγε η μάνα του: «Παντρέψου Θαλή!» Ο Θαλής, πολύ μεγάλος, τρομακτικό πνευματικό μέγεθος στους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Ο Θαλής ο Μιλήσιος. Του ‘λεγε λοιπόν η μάνα του...είχε αφιερωθεί εκεί στις έρευνές του...στις αυτές του… «Παντρέψου γιε μου!» Της έλεγε: «Έχω καιρό, μάνα. Ουκέτι καιρός! Δεν ήρθε ακόμα η ώρα να παντρευτώ.» «Παντρέψου, γιε μου!» και «Παντρέψου, παντρέψου!» Οπότε μια μέρα που του λέει: «Παντρέψου γιε μου!» Λέει εκείνο το περίφημο: «Ούπω καιρός!» Δεν είναι πια καιρός! Αυτό είναι το νόημα, να χαιρόμαστε τη ζωή, αλλά μέσα σε μέτρα. Δεν είναι όλα κοιλιά και στομάχι και μήτρα με τη χλωρίδα της, του ευλογημένου θηλυκού. Οι τρεις αιτίες που κινήσαν την ιστορία λέει ο Ουγκό είναι το μυαλό, η καρδιά, λέγοντας η καρδιά εδώ είναι και τα συναισθήματα και η κοιλιά, κυρίως η κοιλιά του θηλυκού, με την έννοια όχι του φαγητού αλλά της γενετήσιας βουλιμίας. Λοιπόν, όταν είμαστε άγρυπνοι και χαιρόμαστε σωστά τη μέρα μας, για να ολοκληρώσω, θα ‘ρθει, χαίρομαι, είμαι άγρυπνος όμως και ξέρω ποια είναι η πραγματική μου κατάσταση, και περνάω και δεν πάνε χαμένες οι μέρες μου, σιγά σιγά, καθώς πλησιάζω στο τέλος, με βρίσκει σύμμετρο.

ΕΓΩ ΤΕΛΕΙΩΣΑ Εγώ τελείωσα, αξιότιμοι συνάδελφοι. Για να σας δω όλους λίγο στα μάτια…

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η αλλαγή πολιτικής της υπηρεσίας που είχαμε ανεβάσει το ντοκουμέντο δεν επιτρέπει πλέον την εμφάνιση εδώ του βίντεο. Κάντε κλικ εδώ

http://www.esnips.com/displayimage.php?pid=6689394

για να το δείτε κατευθείαν στη σελίδα που το έχουμε ανεβάσει.

Η μόνη σύγχρονη ποιήτρια που ξεχώρισε ο Λιαντίνης: Η Τζένη Μαστοράκη!

ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ




Ήθελα να σου πω
Το τραγούδι του τυφλού ποιητή
της Βαβυλώνας
Γεμάτο παραμύθια
Σαν την παλιά διαθήκη
Πριν απ' τους εβδομήντα
Για τα ελάφια που γυρεύανε νερό
Στο βενζινάδικο
Και τον Χριστό που δούλευε μικρός
Σε συνεργείο αυτοκινήτων

Τότε ένα γράμμα γεμάτα κατάγματα
ήρθε από πολύ μακριά
και μας παράγγειλε να κλείσουμε τις πόρτες

Γυρέψαμε τα ονόματα των σκοτωμένων
Και μας έφεραν ένα φάκελο
Μ' ένα όνομα διπλωμένο στα τέσσερα
Πιάνω απόψε να γράψω
ειδήσεις σε τούτο τον τόπο
Ταξιδεύουν αργά αλλά σίγουρα

Ήθελα να σου πω
Το τραγούδι του τυφλού ποιητή της Βαβυλώνας

Τούτη η σιωπή μέσα στους τέσσερις τοίχους
Ήτανε από νωρίς
Προορισμένη να γίνει τραγούδι
Τραγούδι βαθύ και σκοτεινό
Σαν το αμίλητο νερό
Και σαν την τσέπη της ποδιάς
Της μάνας μου
Να δώσει καθενός το μερτικό του
Να απλωθεί να απλωθεί
Σαν το μεγάλο μήνυμα των γερανών
Στους δρόμους τις πλατείες
Στις αίθουσες αναμονής των τραίνων
Τραγούδησαν την λειτουργία
Των Βαγιών
Τραγούδι του ψωμιού και του νερού
Τραγούδι των ανθρώπων
Το τραγούδι μου
Τραγούδι βαθύ και σκοτεινό

Οι μεγάλοι κουβαλούν πάντα μέσα τους
Το παιδί που υπήρξαν στον Β' παγκόσμιο πόλεμο
Το κορίτσι που δεν πρόφτασαν να φιλήσουν
Το πρώτο χνούδι στο πάνω χείλη τους
Τους «Βαρβάρους» του Καβάφη
Και μια παλιά φυματίωση
Εμείς κουβαλάμε τους μεγάλους
Εμείς απλούστατα, κουβαλάμε τους μεγάλους

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: H Tζένη Mαστοράκη γεννήθηκε στην Aθήνα το 1949, και σπούδασε Bυζαντινή και Mεσαιωνική Φιλολογία στο πανεπιστήμιο Aθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στην Ποιητική Aντι-Aνθολογία του Δημήτρη Iατρόπουλου (1971), με την πρωτόλειο συλλογή Tο Συναξάρι της Aγίας Nιότης. Έχει εκδώσει τα βιβλία:

Διόδια, Kέδρος 1972
Tο σόι, Kέδρος 1978
Iστορίες για τα βαθιά, Kέδρος 1983
M’ ένα στεφάνι φως, Kέδρος 1989

Mετέφρασε ξένη πεζογραφία (Tζ. Nτ. Σάλιντζερ, Kάρσον MακKάλερς, Eλίας Kανέττι, Xάινριχ Mπελ, Άπτον Σίνκλαιρ, Tζόρτζιο Mανγκανέλλι, Έδγαρ Άλλαν Πόου), θέατρο (Xάινριχ φον Kλάιστ, Kάρλο Γκολντόνι, Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Xάρολντ Πίντερ, Σάρα Kέην), δοκίμια και μελέτες (Γκίλμπερτ Xάγιετ, Tόμας Xεγκ, Έντμουντ Kήλυ), καθώς και παιδικά βιβλία.

Tο 1989 τιμήθηκε με το Thornton Niven Wilder Prize του Columbia University της Nέας Yόρκης (Translation Center), για το σύνολο του μεταφραστικού της έργου, και το 1992 με το ειδικό βραβείο του IBBY (International Board on Books for Young People) για τη μετάφραση του παιδικού βιβλίου O ταξιδιώτης της αυγής του C.S. Lewis (Kέδρος).


Ο ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ


Λίγο αργότερα από την έκδοση του τελευταίου ποιητικού έργου της Τζένης Μαστοράκη, ο Δημήτρης Λιαντίνης στα Ελληνικά του (σελίδα 177 ) θα καταθέσει το πρώτο θετικό του σχόλιο για την ποίηση της. Είναι ένα πολύ προσεγμένο σχόλιο. Και είναι ό,τι δηλώνει η λέξη: Σχόλιο.  


Στα Ελληνικά και πάλι ο προσεκτικός αναγνώστης θα βρει και άλλες αναφορές στο ποιητικό αλλά και στο μεταφραστικό έργο της Μαστοράκη. Και ίσως αυτές να είναι και η μεγαλύτερη τιμή προς την ποιήτρια ειδικά εκείνη που υπάρχει στη σελίδα 176 και τοποθετεί την Τζένη Μαστοράκη δίπλα σε έναν Κάλβο. Το σχόλιο αφορά τη σελίδα 59 των Ελληνικών. Το κεφάλαιο ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΖΩΗ και "το δεύτερο δείγμα ότι η μεγάλη ποίηση είναι πολιτική". Εκεί και συγκατοικεί η φωνή της Μαστοράκη με το μεγάλο καραβοκύρη της ποίησης. Παραθέτω το απόσπασμα:


Το δεύτερο δείγμα ότι η μεγάλη ποίηση είναι πολιτική το δίνει η ποίηση του Κάλβου. Άνδρας ανδρείος ο Ανδρέας Κάλβος, στις θάλασσες και στους καιρούς της ποίησης είναι ο κυρ - Αντριάς της δημοτικής μας Παραλογής. Ο καραβοκύρης που δε φοβάται το βοριά και τα κύματα. Ούτε το αστραχαλάζι που πέφτει στα βουνά της Αττάλειας.

Ο Κάλβος έγραψε είκοσι τραγούδια. Το κάθε ένα είναι και ένα ηχητήριο πριν από κάθε μάχη της ελληνικής Επανάστασης. Μέσα στις είκοσι ωδές, εκεί ο ωκεανός και η νύχτα. Η λαβωματιά η ανοιχτή του φόβου στην ερημία. Της μητέρας τα σιγαλόεντα νοήματα από τον άλλο κόσμο. Και οι μελανές αγέλες των σύννεφων κατεβαίνοντας στη λευκή προβιά του ύπνου μας με τα ρύγχη των λύκων.

Εκεί ο κρότος των αλόγων, οι μολπές του Παρνασσού, και της αρετής τα αμιλλητήρια πέταλα. Λύκηθες - κόρες στέκουνται κάτω από σπαθιών ακτίνες, και τραγουδούν πάλι και πάλι το έια μάλα των ναυτών.

Η τελευταία πρόταση αφορά και την Τζένη Μαστοράκη, όπως ο Λιαντίνης σημειώνει στα σχόλια του βιβλίου του. 

"Πρβλ. και Μαστοράκη Τζ.,  Μ' ένα στεφάνι φως, Κέδρος 1989, σελ. 21." 

Κι αν φτωχική τη βρείτε την αναφορά, θα σας ρωτήσω ποιον άλλο νέο ποιητή έτσι τίμησε ο Λιαντίνης; Έναν συγκαιρινό του ποιητή; Και έχει βέβαια το λόγο του. Τον διαβάζουμε στη σελίδα 80 των Ελληνικών:


"Προκειμένου μάλιστα για ποιητές που ζουν, το δίκαιο θά 'τανε να μείνουν έξω από το πεδίο κρίσης και το πεδίο βολής."

Και για το σημείο αυτό θα γράψει στα σχόλια στη σελίδα 177:


"Δεν ημπορούμε, λ.χ. ακόμη να εκφέρουμε κρίση για τις νέες ποιήτριες Ιουλίτη Ηλιοπούλου, και κυρίως τη Τζένη Μαστοράκη, που κατεβαίνουν στο "Αγκαθερό" της ποίησης με ισχυρά καλές ελπίδες."


Την Ηλιοπούλου ο Λιαντίνης σύντομα θα την ξεχάσει αλλά και θα τη διαγράψει από τους εκλεκτούς του. Μαζί και τον σύντροφό της, τον Ελύτη. Αυτά όμως είναι μια άλλη και μεγάλη ιστορία. Που δεν έχουν σχέση με την ποίηση αλλά με τα πάθη των ανθρώπων. 

Τη Μαστοράκη, αντίθετα,  την ξαναθυμήθηκε και στο επόμενο βιβλίο του, την περιλάλητη Γκέμμα. Τη Μαστοράκη που θα πρέπει να σημειώσουμε ότι υπήρξε και μαθήτριά του.  Εκεί και της επιφυλάσσει ακόμη καλύτερη θέση, δίπλα στον Καβαφη και σε μερικούς αδαμάντινους στίχους του:


Αυτές οι μουρλές συμπεριφορές των αστρολόγων και των οπαδών τους σήμερα ανουσιώνουν και εξευτελίζουν το θέλγητρο που είχε η μαγεία σε παλαιότερες εποχές. Γυμνώνουν, δηλαδή, τη δύναμη και απογοητεύουν τη γοητεία που λειτουργούσε οργανωμένα και δραστικά στον κόσμο του παγανισμού με τις λαχτάρες και τις δοκιμασίες μιας κοινωνίας πρωτόγονα ζάπλουτης και βρυαρής. Τα τελευταία δείγματα αυτής της χαμένης υποβολής και σοβαρότητας του κόσμου της μαγείας τα βρίσκουμε σ' έναν αδαμάντινο Καβάφη του 1931:

Κατά τις συνταγές αρχαίων
ελληνοσύρων μάγων.

Και σε μια ιστορία για τα βαθιά της Τζ. Μαστοράκη:

Μαγικό ξόρκι να σε φυλάει από δάγκαμα
φιδιού, κακό εχθρό,
και όλα τα επουλωμένα τραύματα.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, ΓΚΕΜΜΑ, σελ. 267

Κλείνοντας το αφιέρωμα στη Μαστοράκη και σε όσα για εκείνη έγραψε ένας Λιαντίνης, αξίζει να αναφέρουμε πως έχοντας διαβάσει όλο το επίσημο έργο του Λιαντίνη (αυτό δηλαδή που έχει εκδοθεί ως τώρα) έχουμε διαπιστώσει πως καμιά άλλη ποιήτρια δεν αναφέρεται στο έργο του. Λες και δεν υπήρξαν γυναίκες που έγραψαν ποίηση. Μόνη εξαίρεση η Σαπφώ. Η αρχαία ποιήτρια. Με ελάχιστες αναφορές και σε αυτή. Λίγο στο ΕΞΥΠΝΟΝ ΕΝΥΠΝΙΟΝ και λίγο ακόμη στη διάλεξη για τον Εμπειρίκο. 

Γιατί άραγε; Φταίει που δεν υπήρξαν καλές ποιήτριες; 

Ή ο Λιαντίνης δεν εκτιμούσε την ποίηση των γυναικών; 

Ούτε καν της Κικής Δημουλά; αναρωτήθηκαν κάποιοι, με αφορμή το θάνατο της μεγάλης ποιήτριας χτες το βράδυ. Ξεχνώντας πως ο Λιαντίνης εφάρμοζε στην κριτική του για τους ποιητές το "Μηδένα προ του τέλους". Μια φορά πήγε να το παραβιάσει με τον Ελύτη και μετά έτρεχε μα μαζέψει όσα είχε πει για εκείνον... 

Ένας λόγος παραπάνω που ο Λιαντίνης κοντεύουν 22 χρόνια που έφυγε. Χρόνια που η Δημουλά συνέχισε να γράφει και να εκδίδει ποιήματα. Και είναι από αστείο έως πολύ άδικο να κρίνουμε την αξία της Δημουλά με βάση το αν αναφέρθηκε ή όχι το όνομά της από τον Λιαντίνη. Βλέπεις δεν ήταν και μοντέλο σαν την Μπαλατσινού που κατέκτησε επάξια με την ομορφιά της μια θέση στα βιβλία του Λιαντίνη, ούτε πρωταγωνίστησε σε σε μεγάλους έρωτες όπως η Λου Σαλομέ για να της πλέκει εγκώμια για την εκλεκτή της μοίρα. 

Και κυρίως διότι, αγαπητέ και τίμιε αναγνώστη, αγαπάμε πολύ τον Λιαντίνη αλλά όχι σε σημείο που να τυφλωνόμαστε. Κάτι που είναι βέβαιο ότι δε θα άρεσε και στον ίδιο! 








Για τον Καρυωτάκη...



Αποκριάτικο

Με ξέσκεπα τα στήθια, με κρυμμένα
τα μάγουλα στη μάσκα, τριγυρίζουν
οι βλάχες, οι κοντέσες, και χαρίζουν
ολούθε χαμογέλια ονειρεμένα.

Πιερότοι κι αρλεκίνοι, μ' αναμμένα
τα μάτια τους, τις γύμνιες αντικρίζουν
και – απόκριση στα γέλια – πλημμυρίζουν
τη γλύκα πα' στα χείλια τα βαμμένα

Τη γλύκα του φιλιού. Κάποιος ιππότης
με μια που 'ναι ντυμένη σα δεσπότης
-παράξενο ζευγάρι – σεργιανάει.

Κι ο διάολος μες στου ντόμινου τ' ατλάζι
φιλιά μ' ένα αγγελούδι τώρα αλλάζει,
ουρλιάζοντας τη μαύρη ουρά κουνάει.

(ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΛΛΑ)

Και από την αλληλογραφία του ποιητή:

Αγαπητέ Χαρίλαε,
Χαιρετισμούς από την Πάτρα και τις Πατρινούλες.
Εγώ πλήττω μέχρι μυελού οστέων.
Το Σάββατο λογαριάζω ναρθω. Θα σε περιμένω κατά τις 12 μέσα στη βιβλιοθήκη για να διοργανώσουμε κανένα γλεντάκι.
Σε φιλώ
Κωστάκης
20 -2 - 1928

ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟΝ  ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΑΔΗ: 

Σε τούτο το γράμμα μού αναγγέλει πως με λιγοήμερη άδεια θα έρθη στην Αθήνα από την Πάτρα, όπου, αρχές Φεβρουαρίου του 1928, είχε αδικαιολόγητα αποσπασθή από τον τότε υπουργό της Πρόνοιας, καθώς αναφέραμε στα Aπαντα, σελ. ΧΧΥΙ - ΧΧΥΙΙ. Στο μέρος της συνάντησης που μου είχε ορίσει για εκείνο το μεσημέρι δεν ήρθε· τα μεσάνυχτα όμως της ίδιας ημέρας, εκεί που πήγαινα να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού που έμενα τότε, στην οδό Στρατιωτικού Συνδέσμου, τον βλέπω έξαφνα από λίγο μακριά να μου πετά μικρές πέτρες, και παραλλάζοντας την φωνή του, να λέη πως είναι κάποιος γνωστός μου, κατονομάζοντας έναν ηλικιωμένο, άνθρωπο πολύ σοβαρό που με τούτον είχα τότε κάπως σχετισθή. Αφού μάταια με αναζήτησε στο σπίτι, περίμενε αυτού την επιστροφή μου ντυμένος με σμόκιν (ήταν τότε απόκριες), μαζί με τον ξάδελφό του Θόδωρο Καρυωτάκη, κι έτσι, καλοδιάθετος όπως ήταν, μας πήρε κατόπι και καθήσαμε σ' ένα κέντρο της οδού Πανεπιστημίου. Εμελαγχόλησε όμως κάπως εκεί, μα ύστερα και πάλι του άνοιξε η καρδιά του, όταν χόρεψε με μιαν όμορφη κοπέλα.

Αυτές οι απόκριες του 1928 ήσαν οι μόνες που πέρασε στην Αθήνα χωρίς να φορέση το ντόμινό του. γιατί, καθώς μνημονεύω στα Aπαντα (σελ. ΧΧΥΙΙ) «συνήθιζε αυτή την εποχή ντυμένος πιερρότος να γυρίζη μόνος ή και με κανένα φίλο και να γλεντάη με τον ιδιόρρυθμο του τρόπο.»


______________________________________________

Απόκριες πάλι. Και θυμηθήκαμε τέτοιες ημέρες του 2008 που το είχαμε ρίξει στη συζήτηση για τον Καρυωτάκη και την Κάθαρσι. Και όσα σχετικά έγραψε ο Λιαντίνης. Σε εκείνο το παλιό μας φόρουμ, το Homa Educandus.  Αξίζει να διαβάσετε του διαλόγους... 



Η ΕΥΡΥΚΟΜΗ και τα ποιήματα της Θεοδικίας

Η Εὐρυκόμη

Διονύσιος Σολωμός

«Θάλασσα, πότε θέλ᾿ ἰδῶ τὴν ὄμορφη Εὐρυκόμη;
Πολὺς καιρὸς ἐπέρασε καὶ δὲν τὴν εἶδα ἀκόμη.
Πόσες φορὲς κοιτάζοντας ἀπὸ τὸ βράχο γέρνω
Καὶ τὸν ἀφρὸ τῆς θάλασσας γιὰ τὰ πανιά της παίρνω!
Φέρ᾿ τηνε, τέλος, φέρ᾿ τηνε». Αὐτὰ ὁ Θύρσης λέει,
Καὶ παίρνει ἀπὸ τὴ θάλασσα καὶ τὴ φιλεῖ καὶ κλαίει·
Καὶ δὲν ἠξέρει ὁ δύστυχος ὁποῦ φιλεῖ τὸ κῦμα
Ἐκεῖνο, ποὺ τῆς ἔδωσε καὶ θάνατο καὶ μνῆμα.


_____________________________________________

Κι έγραψε για το ποίημα αυτό ο Δημήτρης Λιαντίνης:

Από τα ποιήματα της "θεοδικίας" - ο όρος σημαίνει να κατεβάσουμε το θεό και να τον δικάσουμε, γιατί έπλασε τόσα κακά στον κόσμο - το αριστούργημα του Καβάφη είναι το Δέησις, που ακολουθεί κατά πόδι την περίφημη Ευρυκόμη του Σολωμού.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ





Θεωρούμε απαραίτητο να παραθέσουμε και τη Δέησι του Καβάφη. Για να συμπληρώσουμε τα ποιήματα της Θεοδικίας... 

Δέησις

Κωνσταντίνος Καβάφης

Η θάλασσα στα βάθη της πήρ’ έναν ναύτη.—
Η μάνα του, ανήξερη, πηαίνει κι ανάφτει
στην Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί
για να επιστρέψει γρήγορα και να ’ν’ καλοί καιροί —

και όλο προς τον άνεμο στήνει τ’ αφτί.
Αλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,
η εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,
ξεύροντας πως δεν θά ’λθει πια ο υιός που περιμένει.




ΕΞΥΠΝΟΝ ΕΝΥΠΝΙΟΝ: Φιλοσοφία και Ποίηση

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΥΠΝΟΝ ΕΝΥΠΝΙΟΝ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ - σελ. 19 – 23 - ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΦΗΣΕ:

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ

Ενός ποιητικού έργου η φιλοσοφική ερμηνεία ση-μαίνει μια προσπάθεια, στην οποία αναγνωρίζεται εξ υπαρχής η εμπλοκή στους αντινομικούς του πνεύματος σχηματισμους.

Το αληθές και το ωραίο αποτελούν πληρώματα ομόλογα και συνεργά στην ενική ολότητα του όντος. Η οντολογική τους όμως αυτοτέλεια επιτρέπει να υψωθούν στη σύνθεση μόνο μετά τη διαλεκτική τους αναμέτρηση. Αναγκαία η ερμηνευτική συσχέτιση φιλοσοφίας και ποίησης πραγματοποιείται σε μια πολεμική ζώνη αμφίπληκτη.

Της παρούσας εργασίας αυτή είναι η την οποία αντιμετωπίζει δυσκολία.

Παρότι φιλοσοφία και ποίηση κατατείνουν σε στόχο κοινό, δηλαδή στην από τον άνθρωπο γνωστική κατάκτηση του όντος, φαίνεται ότι υποπτεύουν η μία την άλλη, στην ανώτερη τουλάχιστον λειτουργική τους σφαίρα.

Η απλοϊκή φιλοσοφία αδιαφορεί κατά κανόνα στις ετεροφυείς αισθητικές παρεισδύσεις. Και η απλοϊκή ποίηση πολλές φορές διδάσκει και γνωμολογεί με ευσχημία σχολαστική. Εφ’ όσον όμως και οι δύο υπηρετούν την ανάγκη του πνεύματος με γνησιότητα και ευθύνη, αποκρούουν σταθερά τη συνάντηση. Το διαλλακτικό «τόσον … όσον» υποτάσσεται στο αμείλικτο «είτε … είτε».

Ότι η φιλοσοφία δεν εξαρκεί στη γνωστική κατάκτηση του όντος καθορίζεται από την ανάγκη, να μένει ανεπιτέλεστος ο αγώνας, που διεξάγεται στο υποκείμενο για τη συμφιλίωση του νοείν και του Είναι.

Ότι και η ποίηση δεν εξαρκεί στη γνωστική κατάκτηση του όντος καθορίζεται από τη φύση του μέσου, με το οποίο επιχειρεί να εκπορθήσει το ον. Διότι το μέσον της ποίησης δεν είναι το νοείν.

Η μεγάλη ποίηση δεν ένοιωσε ποτέ την έλλειψη της φιλοσοφίας. Αλλά και η εναντίωση της φιλοσοφίας προς την ποίηση, που εμφανίζεται στον Ησίοδο και τον Πλάτωνα, στον ι. Αυγουστίνο και τον Kierkergaard, στον Κομφούκιο και το Nietzsche – για να σταθεί κανείς σε παραδείγματα – κατοπτρίζει την βέβαιη υποψία των φιλοσόφων για την κίβδηλη επιχείρηση των ποιητών.

Παρά ταύτα σε μια υψηλότερη περιοχή κατανόησης – την πιο υψηλή – όπου το αληθές και το ωραίο συναιρούνται σε ενότητα αόριστη, για την ανθρώπινη ύπαρξη απειλητική και επικίνδυνη, η φιλοσοφία και η ποίηση συμπλησιάζουν και συνεννοούνται. Ο ποιητικός φιλόσοφος κατανεύει στο φιλοσοφικό ποιητή.

Εφ’ όσον η φιλοσοφία απόφυγε προνοητικά να οδηγήσει σε τέλος τον αγώνα για την κατάκτηση του όντος, απότυχε βέβαια και καθ’ οδόν εχάθηκε. Αλλ’ αφήκε ανοικτή τη δυνατότητα και αλώβητο τον πόθο για το ον. Αυτό συνέβηκε με τους Έλληνες έως την εποχή του Αριστοτέλη. Το φιλοσοφείν εξέλιπε και των φιλοσόφων ο άθλος απόμεινε στην ημιτελή διαδικασία του συντελεσμού. Το νικητήριο τέλος του αγώνα τους δεν επέπρωτο να το χαρούν και να το ιδούν, καθώς ο μυθικός γενάρχης τους ο Ηρακλής δεν πρόφτασε να γιορτάσει την νίκη του τελευταίου άθλου του, αλλά εχάθηκε ενώ τον εκτελούσε.

Η νεώτερη φιλοσοφία διάπραξε το λάθος να εκβιάσει το τέλος του αγώνα για την κατάκτηση του όντος και εξέπεσε στο σύστημα. Το αποτέλεσμα εστάθηκε να κερδίσει κακεκτικό το είδωλο του όντος και να διασπάσει μικρόψυχα την ενιαία της υπόσταση στα μη ικανά τρίμματα των επιστημών.

Το λάθος ήταν τόσο βαρύ, ώστε της φιλοσοφίας ο θάνατος δεν ήταν δυνατό να παραβληθεί διαφορετικά, παρά μόνο με το θάνατο του Θεού (1881 Nietzsche). Αντί δηλαδή για το Είναι, το σώμα, εκέρδισε το είδωλο του Είναι, το πτώμα. Ενωρίτερα ήδη ο Kierkegaard στιγματίζοντας την αισχυντηλή εκτροπή παράβαλε το σύστημα με τη σκέψη, στην οποία έλειπε ο σκεπτόμενος, και στη θεωρητική φιλοσοφία είδε το γιατρό, που μαζί με τον πυρετό εξαφάνισε και τον άρρωστο. Η φράση του Δημόκριτου

νεκρόν ιατρεύειν

εζωντάνεψε στο στόμα του Kierkegaard για να νεκρολογήσει το θνησιμαίο πνεύμα της εποχής του.



Το μεγάλο πρόβλημα που εβασάνισε το Rembrandt στην «Ανατομία» ήταν να δώσει τον τρόπο στο δόκτορα Tulp να κάνει το μάθημά του πάνω σ’ ένα αντικείμενο, το οποίο να είναι ακέραιο. Αλλά στο πτώμα αναγκαία απουσιάζει ο θάνατος και ανατομία δεν ημπορεί να γίνει πάνω στο σώμα. Την δραματική θέση του Rembrandt ώριζε η ανάγκη ν’ αποφύγει, ό,τι ακριβώς εχρειαζόταν.

Το ίδιο τραγικό αδιέξοδο χαρακτηρίζει τη γνήσια ποίηση και τη γνήσια φιλοσοφία. Προκειμένου για τη θεώρηση του όλου η μία έχει μόνο το πτώμα και της είναι αχρηστευμένο, η άλλη έχει μόνο το σώμα και της είναι απαγορευμένο.

Το αποκλειστικό γνώρισμα στην ποίηση του Rilke είναι η αγωνία του να διασώσει στο αντικείμενο που ερευνά ταυτόχρονη την παρουσία της ζωής και του θανάτου στη φυσική αναλογία τους.

Η φιλοσοφία και η ποίηση θεραπεύουν το πνεύμα και κινιούνται αντίστοιχα στις περιοχές του αληθούς και του ωραίου. Η δυσκολία που παρακολουθεί το έργο του ποιητικού φιλόσοφου, συμπίπτει με τη δυσκολία στο έργο του φιλοσοφικού ποιητή.

Την τυπολογική διαφορά των δύο καθορίζει η παραπληρωματική δόμηση των διαφορετικών μεθόδων. Το δευτερεύον στο φιλόσοφο είναι πρωτεύον για τον ποιητή και αντίστροφα.

Η αδυναμία και των δύο να κατακτήσουν το ον ημπορεί να διατυπωθεί αρνητικά και θετικά:

Η φιλοσοφία θα έφθανε στο ον, αν κάτεχε και το καλό. Το καλό αν δεν της απόμενε μόνο, στο ον θα έφθανε κι η ποίηση.

Η ποίηση θα έφθανε στο ον, αν κάτεχε και το αληθές. Το αληθές αν δεν της απόμενε μόνο, στο ον θα έφθανε και η φιλοσοφία.

Παρά τη χρήση και των δύο δυνατοτήτων από τον άνθρωπο, το ον παραμένει ακατάκτητο. Μέσα στο χρόνο (αεί) ισχύει ο απαίσιος λόγος του Αριστοτέλη ( εφ’ ω απαίσιος, διό προφητικός) με τον οποίο καθορίστηκε στον αιώνα η προσπάθεια του ανθρώπου ως αποτυχία:

Το ον το αεί ζητούμενον και αεί απορούμενον.

Η φιλοσοφία κερδίζει διαυγές το είδωλο του όντος. Η ποίηση κερδίζει αόριστο το Είναι του όντος.

Το σύμμικτο αποτέλεσμα οφείλεται στην αναγκαία συζυγία της πληρότητας (διαυγές Είναι) και της έλλειψης (θολόν Είδωλο).

Το σύμμικτο αποτέλεσμα της φιλοσοφίας και της ποίησης σε συνάρτηση με τον ανθρώπινο πόθο για την κατάκτηση του όντος εμφανίζεται μεταμορφωμένο στην αναγκαιότητα του αγαθού. Το αγαθό είναι προϊόν των συγκλινουσών του αληθούς και του ωραίου επί του οντολογικού πεδίου των δυνατοτήτων του ανθρώπου.

Την περιοχή του αγαθού, που ορίζεται μεταξύ των απαρχών της ελπίδας και της απελπισίας ή μεταξύ των απαρχών του δυνατού και του αδύνατου, ονομάζει ο Πίνδαρος «έμπρακτον μαχανάν» και την συνιστά στον άνθρωπο ως τον τελικό σκοπό του πρακτικού του χρέους, καθώς αποτρέπει τούτον από τη θήρευση του θεϊκού βίου.

Στην ίδια περιοχή κινείται και ο ποιητικός κόσμος του Rilke, το ενδοσύμπαν.

Εάν ήταν δυνατό να ευρεθεί ένας τρίτος ανθρώπινος τύπος – ως ζητητής του όντος – επάνω από τους φιλοσόφους και τους ποιητές, που να μεταχειρισθεί το διαυγές μόνο της φιλοσοφίας και το Είναι μόνο της ποίησης, ο ζητητής αυτός θα μας οδηγούσε ασφαλώς στην απόλυτη γνώση. Διότι θα εκινιόταν στη διάσταση της πληρότητας.

Αλλά αυτόν τον τρίτο τύπο απόκλεισε πρώιμα η ανθρωπολογία της προσωκρατικής φιλοσοφίας και όψιμα η σύγχρονη ποίηση.

Ο Ηράκλειτος όρισε το βίο του ανθρώπου ως το θάνατο του θεού και αντίστροφα.

Ο Rilke περιέγραψε τον ανθρώπινο βίο ως την άρρητη θέση του επίπονου Πουθενά, που μεταπίπτει αέναα από το ακήρατο Ελάχιστο στο κενό Πλείστο.

Είναι δυνατό να αναφέρουμε ως ποιητικούς φιλοσόφους – για να σταθεί κανείς σε παραδείγματα – τον Πλάτωνα, τον ι. Αυγουστίνο και τον Bergson, ως φιλοσοφικούς ποιητές τον Αισχύλο, τον Dante και τον Holderin.

Ο Ηράκλειτος και ο Rilke δεν είναι ούτε ποιητικοί φιλόσοφοι, ούτε φιλοσοφικοί ποιητές. Διότι είναι κάτι περισσότερο και από φιλόσοφοι και από ποιητές. Είναι οι εχέφρονες αγωνιστές στην υπηρεσία μιας ανέφικτης δυνατότητας και φέρονται ως άρρητα φαινόμενα ορμής προς τη διάσπαση των ανθρωπίνων ορίων, ενώ τους κυβερνά η ήρεμη συνείδηση, ότι τα ανθρώπινα όρια δεν υπερβαίνονται.

Η δραματική ένταση της «Ανατομίας του δόκτορος Tulp», που στον πίνακα του Rembrandt εμφανίζεται με φύση «μιμητική», σ’ αυτούς, εξ αιτίας του τρόπου ζωής των, έχει φύση «φυτουργική».

Βεβαίως δεν ημπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τον τρίτο τύπο ζητητού, αλλά επέτυχαν να κρατήσουν την ζωή τους σε μια νέα διάσταση, ένα σημείο ακριβέστερα (ά – τοπος τόπος), ανάμεσα στο Είναι και το μη – Είναι. Τη διάσταση αυτή την ονομάζουμε το δυνατό Αδύνατο.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, Έξυπνον Ενύπνιον

___________________________________

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Κρατήθηκε η ορθογραφία του κειμένου όχι όμως και η πολυτονική του μορφή, για τεχνικούς λόγους.

2. Χωρίσαμε επίσης τις παραγράφους σε μικρότερα τμήματα, για να διευκολύνουμε τη μελέτη.



Θεωρώ το απόσπασμα αυτό ως ένα από τα σημαντικότερα που οφείλει να μελετήσει εκείνος που ενδιαφέρεται για το έργο του Λιαντίνη.

Σαφώς παρουσιάζει τρομακτικές δυσκολίες η μελέτη του.

Ανήκει, βλέπετε, σε εκείνο το τρίτο είδος που περιγράφει...

Κι ακριβώς για τούτο ξεκλειδώνει - στο βαθμό που θα κατανοηθεί - το υπόλοιπο έργο του Λιαντίνη και το φέρνει στο τραπέζι της ανατομίας ολοζώντανο και έτοιμο να αποκαλύψει τα μυστικά του.
Η αποκάλυψη βεβαίως εξαρτάται από την δεινότητα του ανατόμου. Και που πρέπει να συνδυάζει και τα δώρα της φιλοσοφίας και της ποίησης το εκλεκτό χάρισμα.

Για μας, τους απλούς ανθρώπους, απομένει η γνώση και μόνο της αδυναμίας μας να σηκώσουμε τέτοιο ατλαντικό βάρος. Και να θυμηθούμε εκείνον τον ορεινό ναυβάτη στο ΕΔΩ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ, που όταν πρώτη φορά είδε το όρος, του φώναξε:

- Έλεος, βουνέ! δε σε υποφέρω.

__________________________________________

ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

Είναι περίεργο ότι ο άνθρωπος προκειμένου να κατακτήσει το φαινόμενο της ζωής του, ίδρυσε πλήθη επιστημών και παράλειψε να προχωρήσει στην οργάνωση της πιο σημαντικής, της επιστήμης του θανάτου. Πώς ημπορεί να κατανοηθεί το ότι ομάδες ατελείωτες ερευνητικών δραστηριοτήτων μελετούν διασπασμένα και πενιχρά τα ασυνάρτητα τμήματα της ζωής και δεν υπάρχει ακόμη ως επιστήμη η μελέτη θανάτου, της οποίας η έρευνα αναγκαία αναφέρεται στην ολότητα της ζωής;
Η πρώτη πληροφορία του ανθρώπου κατά την έξοδό του από τη φύση και την είσοδό του στην ιστορία ήταν η γνώση θανάτου, και όλες οι υπόλοιπες γνώσεις ακολούθησαν σαν συνέπεια αυτής. Κάτω από τέτοια σύσταση πραγμάτων είναι απίστευτο ότι ο άνθρωπος ασχολήθηκε με τα πολλά και τα δευτερεύοντα και αγνόησε εκείνο του οποίου ακριβώς είχε κατεξοχήν τη χρεία. Δεν ημπορεί παρά να εξοργίσει η διαπίστωση ότι ανατρέφονται και παιδαγωγούνται μακάρια οι ηλικίες του ανθρώπινου γένους με τα φθοροποιά πρότυπα μιας αντιστρεμμένης πραγματικότητας."

Λιαντίνης, "Έξυπνον Ενύπνιον", σελίδα 23

Έλληνες θα ειπεί...






Να μαζεύονται οι φίλοι, να πίνουν κρασί και να τραγουδάνε...

Προβολές σελίδων τον προηγούμενο μήνα