ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΟ OFFICIAL SITE ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ ΤΟ liantinis.gr




Ο Λιαντίνης για το κρασάκι και οι κρασοπότες για το Λιαντίνη

Έγραψε ο Λιαντίνης για το κρασάκι:
Νηφομανής, σελ. 93:

«Ο Παπαδιαμάντης δε φοβήθηκε μήπως κολλήσει η γλώσσα του. Γιατί ποτέ δε λησμόνησε την Ιερουσαλήμ. Αλλά και να κολλούσε, εμείς ξέρουμε ότι είχε το φάρμακο, για να την ξεκολλήσει. Το σιγαρέτο και το κρασάκι του. Το άγιο ρεμέντιο του Διονύσου

Χάσμα Σεισμού, σελ. 127:

«…Η ίδια η φεγγαροντυμένη ζωντανεύει στα όνειρα. Τα μάγια και τα θαύματα της ζωής δεν τα βλέπει άλλος εκτός από τον αλαφροΐσκιωτο. Αυτή η ιδέα, που φανερώνει τη συνάντησή του με το Σολωμό στον τελευταίο σταθμό της οδοιπορίας προς την καλλιτεχνική άσκηση, εμφανίζεται και στον Παπαδιαμάντη.

Το άλλο κοινό σημείο τους, δείγμα και τούτο της αγιοσύνης και της μύησης, είναι η αγάπη τους για το κρασί. Αγάπη στο διονυσιακό πνεύμα της τέχνης ή στη … μεθυστική δύναμη της ζωής. Και στις δύο περιπτώσεις αγάπη στου οίνου το πνεύμα που γεννάει το όνειρο. …»

Ελληνικά, σελ. 61:

«Αχ! κυρ Αλέξανδρε. Φαρμάκι το κρασάκι σου. Ίδιο εκείνο το ξίδι που δοκίμασες, πρωί και εκδρομή, στο ταβερνάκι του Κοκκιναρά. Κι απέ, σηκώθηκες, αμίλητος, έφυγες και άφηκες σύξυλους τους καλεστάδες σου. Καθώς ξεμάκραινες, καβάλα στο γαϊδουράκι του αγωγιάτη, ήσουν πολύ θλιμμένος. Ίδιος ένας μεγαλοπαρασκευϊάτικος Χριστός.»

Ελληνικά, σελ. 230:

«Και τέσσερα επίπεδα βρίσκω να δίνουν την άγια ζωή του Παπαδιαμάντη. Ξεκινούν από τα χαμηλά και τα βάθη και ανεβαίνουν σκαλί σκαλί ως το άπειρο. […]

Το δεύτερο, πιο ψηλά, είναι το κρασάκι και το σιγαρέτο του. Το ‘πινε γουλιά γουλιά σαν το φάρμακο του Ιπποκράτη. Και το κάπνιζε αμίλητος, ενώ ο καπνός ανέβαινε δαχτυλιδάκια στον αγέρα. Για να ζαλίζεται, γαλήνιος και μελαγχολικός, και να ξεχνάει τα βάσανα του κόσμου.»

Γκέμμα, σελ. 125:

«Έλληνες θα ειπεί όσο ζεις, να δοξάζεις με τους γείτονες τον ήλιο και τον άνθρωπο. Και να παλεύεις με τους συντρόφους τη γη και τη θάλασσα. Και σαν πεθάνεις, να μαζεύουνται οι φίλοι γύρω από τη μνήμη σου, να πίνουνε παλιό κρασί, και να σου τραγουδάνε…»
Τα γράφει ο Λιαντίνης αυτά. Για το κρασάκι, το άγιο ρεμέντιο του Διονύσου. Θυμίζοντας έντονα τα συμπόσια των αρχαίων ελλήνων και τους συγκωμαστές που αναφέρει στο κεφάλαιο "Αρσενοκοίτης" της Γκέμμας, σελ. 72:

"Η γιορτή έγινε στην έπαυλη του Αγάθωνα. Οι συνδαιτυμόνες ήσαν μερικοί από τους έγκριτους αθηναίους της εποχής. Ο Φαίδρος, ο Παυσανίας, ο γιατρός Ερυξίμαχος, ο κομψός οικοδεσπότης Αγάθων. Νέος αυτός και ωραίος, και στεφανωμένος εκείνη τη μέρα με τα πρωτεία σε διδασκαλία τραγωδίας. Ήσαν ακόμη ο γέρο Αριστοφάνης και ο Σωκράτης. Μεσήλικας κι αυτός, που στα νιάτα του είχε σπουδάσει τον έρωτα κοντά στη μαντική ιέρεια Διοτίμα.

Τα φαγητά ήσαν νόστιμα. Και τα κρασιά εκλεκτά. Το δάπεδο της αίθουσας μάρμαρο παριανό, και οι τοίχοι με παραστάσεις τέχνης κλασικής. Η νύχτα έσταζε κρουνούς ησυχίας. Οι δούλοι, οι δίσκοι, τα κροντήρια, οι λαμπάδες, οι παρωψίδες, τα ερεισίνωτα, οι σκίμποδες. Και το μετάξι το μενεξεδί.

Αλλά στον αιθέρα της αίθουσας, αόρατος μονάρχης εδέσποζε ο δαίμων. Τη λινή ατμόσφαιρα της βραδυάς την κινούσε ο Έρωτας. Ο γιος του Πόρου και της Πενίας.

Ο καθένας από τους συγκωμαστές είπε και εκράτησε το λόγο του για τον Έρωτα. Με σοφία, με έλλογο πάθος, με φαντασία χορευτική. Περίγυρα χυνόταν η κομψότητα και η χάρη. Η ευαισθησία και η ανάερη σοβαρότητα. Πάρεδρος παντού παραστέκονταν η φινέτσα και το μουσικό θάλος.

Τελευταίος ομιλητής εμφανίστηκε το άπιαστο και το όνειρο της ζωής μας. Ήταν ο φιλοσοφικός μύθος της Διοτίμας. Άκουγες, ωσάν να άκουγες τη φωνή των άστρων. Και έβλεπες, ωσάν να έβλεπες την κόμη της θάλασσας αναδετή. Και το λύγισμα το γοργό της αψηλής φλόγας να χορεύει."


Τα γράφει και αυτά ο Λιαντίνης. Τι να κάνουμε;

Προσδιορίζοντας και το συμπόσιο για τη δική του μνήμη. Των φίλων.

Και προσέξτε το. Μιλά για φίλους. Όχι για τον κάθε τυχάρπαστο που άκουσε για κάποιον που ποτέ δε γνώρισε. Σαν εκείνους τους αργόσχολους που χώνουνται ανάμεσα στο πλήθος της κηδείας ανθρώπου άγνωστου σε αυτούς. Για να λάβουν κι εκείνοι δωρεάν καφεδάκι και κονιάκ.

Κι όσο έχουν σχέση αυτοί οι μασκαράδες, που ενδύονται το ψεύτικο προσωπείο της θλίψης για να μην τους αναγνωρίσουν οι άλλοι, τόση και η σχέση εκείνων που παριστάνουν τους φίλους του Δημήτρη Λιαντίνη και συγκεντρώνονται λέει για να πιουν κρασάκι στη μνήμη του. Ίσα ίσα για να μας θυμίζουν όσα έγραψε στη Γκέμμα και πάλι ο Λιαντίνης για τους χριστιανούς. Που ουδεμία σχέση έχουν με το Χριστό. (Γκέμμα, σελ. 189)

Ένα σκηνικό που το βλέπουμε να επαναλαμβάνεται τα τελευταία χρόνια, βγάζοντας μάλιστα και διαφημίσεις της συνάντησης ώστε το πλήθος να είναι κατά το δυνατόν μεγαλύτερο. Όμοια και πάλι με τους εμπόρους στο Ναό που ανάγκασαν τον Ιησού να βγάλει φραγγέλιο.

Θέλουν μα δεν μπορούν να κρύψουν πως όλα αυτά συνδέονται με την εμπορευματοποίηση του Λιαντίνη και με το οικονομικό κέρδος. Ή και με τη λιαντινίαση, όρο που χρησιμοποιούσε ο ίδιος ο Λιαντίνης για εκείνους που το έπαιζαν οπαδοί του και στο πρόσωπό του το μόνο που έβλεπαν ήταν ένα νέο είδος θρησκείας. Και θα θυμίσω εδώ τι άλλο έγραψε ο Λιαντίνης:

Τα Ελληνικά, σελ. 75

«Μονάχος μου φεύγω τώρα, μαθητάδες μου. Κι εσείς τραβάτε από δω μονάχοι σας. Έτσι το θέλω. Τώρα σας λέω να χάσετε εμένα και να βρείτε τον εαυτό σας. Και μόνο τότε, σα θα μ’ έχετε αρνηθεί, θα ξαναρθώ κοντά σας.»


Κουβέντα του Νίτσε είναι αυτή. Ο Λιαντίνης την αποδέχεται και την ενσωματώνει στο έργο του. Βλέπετε εσείς να γράφει εδώ για κρασάκι; Και να μαζεύονται οι μαθητές στη μνήμη του να πίνουν και να του τραγουδάνε;

Κάποτε βρέθηκα κι εγώ σε τέτοια λάθος παρέα. Που δεν ήταν φίλοι του Λιαντίνη. Ούτε καν μαθητές του. Ήταν οι περισσότεροι οπαδοί και μόνον οπαδοί. Φεύγοντας με πλημμύριζαν οι μνήμες για το φαρμάκι του κυρ Αλέξανδρου. Αυτό που διαβάζει ο καθένας στη σελίδα 61 των Ελληνικών και κυρίως το άλλο που θυμάμαι το Λιαντίνη να λέγει και να ξαναλέγει στην αίθουσα διδασκαλίας. Και το κρασί τους ξίδι. Σαν αυτό που κέρασαν τον Ιησού οι σταυρωτές του.

Έτσι έκοψα τα ταβερνεία και τα οινοποτεία. Με τέτοιες παρέες. Και κράτησα να μοιράζομαι μονάχα με τους φίλους μου το άγιο ρεμέντιο του Διονύσου. Απλά και ταπεινά και στο μέτρο που το δικαιούται ο κάθε άνθρωπος. Κι εγώ και όλοι μας.

Να μαζεύονται λοιπόν και να πίνουν τα κρασάκια τους. Το κατακριτέο είναι να παριστάνουν πως τέτοιες μαζώξεις γίνονται για το Λιαντίνη. Πως έτσι τιμούν τη μνήμη του. Κατάφεραν κάποτε να οδηγήσουν σε θεωρίες για σχολή θανάτου Λιαντίνη. Έτσι που το πάνε θα δούμε και σύλλογο ανώνυμων αλκοολικών...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Έλληνες θα ειπεί...






Να μαζεύονται οι φίλοι, να πίνουν κρασί και να τραγουδάνε...

Προβολές σελίδων τον προηγούμενο μήνα