ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΟ OFFICIAL SITE ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΑΝΤΙΝΗ ΤΟ liantinis.gr




Ο Νηφομανής, ο νυφομανής και η ... κάλτσα της Νώενας

Πάσχα έρχεται και ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γίνεται ακόμη περισσότερο επίκαιρος αφού παρά τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξιθρησκία στη χώρα μας υπάρχει και η κυρίαρχη ορθοδοξία που δίνει ρυθμό ακόμη και στις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων ή ορίζει  ποιες μέρες θα εργαστούμε και ποιες θα κάνουμε υποχρεωτικές διακοπές.

Είναι τόσο πολύ κακό αυτό; Λέω πως ας ήταν αυτό μονάχα το κακό στη ζωή μας...  Εξάλλου υπάρχει Παπαδιαμάντης και υπάρχει και Λιαντίνης για να αντιμετωπίζεις μετρημένα το ζήτημα και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δηλώνει ο γλωσσοπλάστης Λιαντίνης με τον όρο "νηφομανής" (αλλά και όσα στο ομώνυμο βιβλίο  γράφει για την ελληνική ορθοδοξία (1) ) ή κατά τα συνήθεια του Ρωμαίικου Πάσχα  του κυρ Αλέξανδρου.

Εδώ όμως θα ασχοληθούμε με το ξήλωμα της Κάλτσας της Νώενας! Που είναι και αυτή ένα διήγημα του αγίου των ελληνικών γραμμάτων. Και με αφορμή την επιμονή ορισμένων να διαβάζουν ως "νυφομανή" το Νηφομανή του Λιαντίνη...



Η ΚΑΛΤΣΑ ΤΗΣ ΝΩΕΝΑΣ

Του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

«–Και τα κουνούπια πως να ηύραν τρόπον κ’ εσώθηκαν εις την Κιβωτόν; Κ’ η μυίγα; και τα μυιγαράκια; κ’ οι μουσίτσες;

–Και τα μικρόβια;

Αι δύο κυρίαι είχαν τον λόγον. Η πρώτη, ευτραφής, μεγαλόσωμος, και καλοκαμωμένη, όσο εφαίνετο υπό τας ακτίνας της σελήνης, μέσω του δένδρου, Και υπό το φως ενός φανού επί χαμηλού στύλου, έξωθεν του εξοχικού καφενείου, ήτο σύζυγος του παρακαθημένου αυτή υπερμεσήλικος κυρίου με την γενειάδα, όστις ήτο επαρχιώτης πολιτευόμενος. Η άλλη, νεαρά ακόμη, άγαμος, ήτο εν ενεργεία δασκάλα. Εις γνώριμός των, νεαρός κύριος, συνεπλήρου την τετράδα. Είχαν πίει τον καφέν των, την θερινήν εκείνην νύκτα, και ανεψύχοντο.

–Κι ο ψύλλος τάχα που να ετρύπωσε, και κατώρθωσε να γλυτώση; είπεν η δασκάλα.

–Δεν αμφιβάλλω ότι στην κάλτσα της Νώενας θα εχώθη, απήντησεν η μεγαλόσωμος.

Όλοι εκάγχασαν.

–Μα η ψείρα;

–Ω, η ψείρα; Χωρίς άλλο θα εκόλλησε στην γενειάδα του Νώε.

Ο γηραιός κύριος ακουσίως έψαυσε την γενειάδα του.

Εις ένα όμιλον αντικρινόν εκάθηντο τρεις λιμοκοντόροι. Οι δύο μόνον εφορούσαν στενά. Ο τρίτος, αμύστακος ακόμη, εφορούσε κομψά ρασάκια, και είχε την κοτσίδα του οπίσω δεμένην εις την μέσην με κορδέλαν. Ίσως ήτο Ριζαρείτης.

Κατά σύμπτωσιν, κ’ εκεί η ομιλία ήτο σχετική με την Παλαιάν Διαθήκην. Οι τρεις νέοι ωμιλούσαν εν εξάψει, κ’ εφαίνοντο ότι είχαν δειπνήσει εν αφθονία.

–Και τίνος τα πουλάς αυτά, βρε;... Πως μίλησεν η γαϊδάρα του Βαρλαάμ; Τίνος τα πουλάς αυτά, βρε;

Το βρε ο Ριζαρείτης το απηύθυνε βεβαίως εις τον αόρατον και απρόσωπον (τον) διευθυντήν συντάκτην της Ιεράς Γραφής, προς τον οποίον απέστρεφε ρητορικώς τον λόγον. Ίσως εις τον προφήτην Μωϋσέα.

–Τίνος τα πουλάς αυτά, επανέλαβε και τρίτην φοράν.

Ο νεαρός κύριος του γείτονος ομίλου, αν κ’ εγέλασε με τας ελαφράς ευφυολογίας των δύο γυναικών, φαίνεται ότι δεν ευηρεστήθη από την βαναυσότητα του μικρού ρασοφόρου. Και αποτεινόμενος προς την ιδίαν ομάδα του, αρκετά μεγαλοφώνως ώστε ν’ ακούεται και από τους γείτονας, είπε:

–Τίνος τα πουλά; ...Μ’ αυτά τα πράγματα, είναι είκοσιν αιώνες τώρα, εξακολουθούν να πουλούνται εις εκατομμύρια ανθρώπων, και μάλιστα αι Βιβλικαί Εταιρείαι τα πουλούν μεταφρασμένα εις τριακόσιες τόσες γλώσσες... Κ’ έπειτα, εκείνος που τα πουλά, ως θαύμα ζητεί να τα πουλήση και όχι ως κοινόν τι και σύνηθες. Ουδέ βιάζει κανένα να το πιστεύση.

–Και δεν είναι και πολύ παράξενο αν ωμίλησε μίαν φοράν η γαϊδάρα, είπεν ακάκως ο γηραιός κύριος. Πόσοι γαϊδάροι και γαϊδάρες πόσες μιλούν!

–Ας τ’ αφήσουμε αυτό, είπεν ο νέος. Μα ιδέτε πόσον καλά ο νεαρός αυτός ρασοφόρος μανθάνει τα «ιερά γράμματα», αφού τον Βαλαάμ, τον μάντιν, που έζησε χίλια χρόνια προ Χριστού, τον κάνει Βαρλαάμ, τον αιρετικόν της 13ης μετά Χριστόν εκατονταετηρίδος... Και το κάτω-κάτω, κύριε, επέφερεν οιονεί αποστρέφων τον λόγον προς τον Ριζαρείτην, αφού δεν σ’ αρέσει, κύριε, η Θρησκεία και το ιερατικόν στάδιον, διατί φορείς ράσα, και διατί οι φιλόστοργοι γονείς σου σε στέλνουν να φοιτάς εις την Ριζάρειον; Έως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι; ».



Αχ, αυτός ο κυρ Αλέξανδρος. Που δεν κόλλαγε η γλώσσα του (2)  και ήξερε με το βαμβάκι να σφάζει όλους τους δήθεν. Που παριστάνουν τους παντογνώστες και τους ειδήμονες και αγνοούν ακόμη και τα βασικά. Όπως για παράδειγμα εκείνοι που αρέσκονται να εμφανίζονται στα φόρα του διαδικτύου ως ειδικοί λιαντινολόγοι και τους ακούς να σου μιλάνε για το ... νυφομανή του Λιαντίνη!

Υπάρχει νυφομανής του Λιαντίνη; Ούτε του Λιαντίνη μα ούτε και του λεξικού, τουλάχιστον του λεξικού της ελληνικής γλώσσας. Στα μεν λεξικά θα συναντήσετε τον όρο "νυμφομανής" (και πάτε εκεί να δείτε και τι σημαίνει) ο δε Λιαντίνης ονόμασε ένα από τα βιβλία του με τον τίτλο "ΝΗΦΟΜΑΝΗΣ".  Φρόντισε μάλιστα αρχή αρχή του βιβλίου και να εξηγήσει τον όρο αφού πρόκειται για σύνθετη λέξη δικής του επινόησης:

"Ο Νηφομανής δηλώνει το νηφάλιο και το μαινόμενο ταυτόχρονα. Είναι εκείνος που νοεί και κρίνει, αλλά την ίδια στιγμή ενθουσιά και εμπνέεται. Ζει τον έλλογο μύθο ζυμωμένον αξεδιάλυτα με τη φρόνιμη τρέλα.

Ο Νηφομανής υπάρχει μέσα στην "καιρική κατάσταση". Ισοζυγιάζεται σ' ένα μεταίχμιο, και περιπατεί επί "ξυρού ακμής". Ενουσιάζει την ψυχρή φλόγα του Πίνδαρου. Και πίνει νερό από την κασταλική κρήνη του Απόλλωνα στους Δελφούς, καθώς ηγεμονεύει τη μάχη των Λαπιθών και των Κενταύρων στην Ολυμπία. 

Η σημερινή φυσική αυτή την ταυτότητα του ποιητή την ανακάλυψε στο ταυτόχρονο γινόμενο του ελάχιστου σφάλματος της θέσης και του ελάχιστου σφάλματος της κίνησης του ηλεκτρόνιου. Η τιμή του γινόμενου αυτού μετρήθηκε και βρέθηκε τουλάχιστον ίση με τη σταθερά του Πλανκ." (3) 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, προλόγισμα στο βιβλίο του Ο ΝΗΦΟΜΑΝΗΣ

Κάθεσαι λοιπόν και εξηγείς στον άλλο πως ο Λιαντίνης στο Νηφομανή του αναλύει την ιδιαιτερότητα της ελληνικής ορθοδοξίας, φτάνει ακόμη και να κατανοήσει τον Παπαδιαμάντη που δεν κολλά η γλώσσα του γιατί δε λησμονά την Ιερουσαλήμ, κι αυτός σου λέει όχι! δεν τα λέει αυτά ο Λιαντίνης στο ... Νυφομανή! 

Τι να του απαντήσεις; Παρά να πάει να μάθει πρώτα τα ελληνικά και μετά ας έρθει να κουβεντιάσουμε για το Λιαντίνη. Λυπάμαι που το λέω τόσο ωμά, αλλά κι εμένα έτσι αδιάβαστη με έστειλε κάποτε ο Δάσκαλος, είκοσι χρόνια πριν, να πάω πρώτα να διαβάσω στο λεξικό τι σημαίνει "λέπας" και μετά να τον ξαναρωτήσω. Πού να του έλεγα και λάθος τη λέξη! Εκεί, δικαίως του λόγου, θα μου απάνταγε με την τελευταία ... βελονιά της κάλτσας της Νώενας:

Έως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι;


______________________________

1. Δ. Λιαντίνης, Ο Νηφομανής, σελ. 91 - 92
2. Δ. Λιαντίνης, Ο Νηφομανής, σελ. 93 &  Αλ. Παπαδιαμάντης, Λαμπριάτικος Ψάλτης:

[...] Διὰ νὰ δώσομεν πέρας εἰς τὸ προοίμιον αὐτό, θὰ εἴπομεν μὲ δυὸ λέξεις ὅτι: τὸ σημερινὸν ἔθνος δὲν ἐπῆγε, δυστυχῶς, τόσον ἐμπρός, ὅσον λέγουν αὐτοί. Τὸ Ἔθνος τὸ Ἑλληνικόν, τὸ δοῦλον τουλάχιστον, εἶναι ἀκόμη ὀπίσω, καὶ τὸ ἐλεύθερον δὲν δύναται νὰ τρέξῃ ἀρκετὰ ἐμπρός, χωρὶς τὸ ὅλον νὰ διασπαραχθῇ ὡς διασπαράσσεται, φεῦ! ἤδη. Ὁ τρέχων πρέπῃ νὰ περιμένῃ καὶ τὸν ἑπόμενον, ἐὰν θέλῃ νὰ τρέχῃ· ὁ ἐλεύθερος πρέπει νὰ βοηθῇ τὸν δεσμώτην ἢ πρέπει νὰ τὸν ἀνακουφίζῃ. Ὅσον παρέρχεται ὁ χρόνος, τόσον τὸ ἐλεύθερον ἔθνος καθίσταται, οἶμοι! ἀνικανότερον, ὅπως δώσῃ χεῖρα βοηθείας εἰς τὸ δοῦλον ἔθνος.

Ἄγγλος ἢ Γερμανὸς ἢ Γάλλος δύναται νὰ εἶναι κοσμοπολίτης ἢ ἀναρχικὸς ἢ ἄθεος ἢ ὁτιδήποτε. Ἔκαμε τὸ πατριωτικὸν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπαγγέλλεται χάριν πολυτελείας τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν ἀπαισιοδοξίαν.

Ἀλλὰ ὁ Γραικύλος τῆς σήμερον ὅστις θέλει νὰ κάμῃ δημοσίᾳ τὸν ἄθεον ἢ τὸν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μὲ νάνον ἀνορθούμενον ἐπ᾿ ἄκρων ὀνύχων καὶ τανυόμενον νὰ φθάσῃ εἰς ὕψος καὶ φανῇ καὶ αὐτὸς γίγας. Τὸ Ἑλληνικὸν Ἔθνος, τὸ δοῦλον, ἀλλ᾿ οὐδὲν ἧττον καὶ τὸ ἐλεύθερον ἔχει καὶ θὰ ἔχει διὰ παντὸς ἀνάγκην τῆς θρησκείας του.

 Τὸ ἐπ᾿ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τὰς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, νὰ περιγράφω μετ᾿ ἔρωτος τὴν φύσιν, καὶ νὰ ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια Ἑλληνικὰ ἔθη. «Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλώσσα μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν οὐ μή σου μνησθῶ». [...]

3. Για τη σταθερά του Πλανκ: Δ. Λιαντίνης, Γκέμμα, σελ. 127 (και όλο το κεφάλαιο που ακολουθεί, πρόκειται για την περίφημη αρχή της Απροσδιοριστίας, βασική συνισταμένη στη φιλοσοφία του Λιαντίνη)

Έλληνες θα ειπεί...






Να μαζεύονται οι φίλοι, να πίνουν κρασί και να τραγουδάνε...

Προβολές σελίδων τον προηγούμενο μήνα